ΟΙ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΟΠΛΑΡΧΗΓΩΝ ΠΕΡΙ ΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑΣ
Του Ιωάννη Δ. Κουζίου,
Istorikoxronologio.blogspot.com
Κατά την διάρκεια της επανάστασης επισκέφθηκαν την Ελλάδα πολλοί φιλέλληνες, με σκοπό να συνδράμουν τους Έλληνες στον αγώνα υπέρ της ανεξαρτησίας τους. Ανάμεσα σε αυτούς υπήρξαν και ορισμένοι στρατιωτικοί που ήρθαν στην Ελλάδα με σκοπούς τυχοδιωκτικούς για να αποκομίσουν χρήματα ως μισθοφόροι. Από αυτούς κάποιοι έγραψαν απομνημονεύματά στα οποία δεν δίστασαν να συκοφαντήσουν τους αρχηγούς της πολιορκίας της Τριπολιτσάς περί πλουτισμού εκ της λαφυραγωγίας, εκφράζοντας έτσι την δυσαρέσκειά τους απέναντί των αρχηγών διότι δεν πραγματοποιήθηκε η φιλοδοξία τους να αποκτήσουν βαθμούς, εξουσία και χρήματα.
Συγκεκριμένα κατηγορούν τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη ότι κατά την διάρκεια της πολιορκίας ήρθε σε συνεννόηση με τον Εβραίο τραπεζίτη του Χουρσίτ, Χανέν. Ο Εβραίος πράγματι επισκέφθηκε την σκηνή του αρχηγού, οπλισμένος με πολύτιμα όπλα, ο Κολοκοτρώνης μόλις τον είδε γέλασε και τον αφόπλισε λέγοντας του χαρακτηριστικά :« Εβραίος και άρματα δεν πάει[1]». Το αποτέλεσμα αυτής της επίσκεψης ήταν να σωθεί ο Εβραίος και η οικογένειά του κατά την απελευθέρωση της Τριπολιτσάς από τους Τούρκους. Σε αυτό το γεγονός στηρίχθηκε ο Γάλλος στρατιωτικός Μαξίμ Ρεμπώ και έγραψε στα απομνημονεύματα του ότι ο Κολοκοτρώνης ζήτησε εξήντα χιλιάδες χρυσά φράγκα από τον Εβραίο για να διαφυλάξει αυτόν και την οικογένειά του[2]. Ο Ρεμπώ επίσης κατηγορούσε τον Κολοκοτρώνη ότι είχε αμέτρητους θησαυρούς κατατεθειμένους σε τράπεζες της Ευρώπης από τις αρχές της επανάστασης. Εδώ όμως πρέπει να αναφέρουμε ότι ουδείς άλλος εκτός του Ρεμπώ δεν αναφέρει κάτι σχετικά με αυτό και επίσης αν πράγματι ο Εβραίος Χανέν αναγκαζόταν για να σωθεί να δώσει κρυφά ένα τόσο μεγάλο ποσό σε έναν αρχηγό, τότε θα ήταν χαμένος. Εκείνος που θα έπαιρνε τα χρήματα θα φρόντιζε να τον εξαφάνιση για να μην υπάρχει η σχετική μαρτυρία[3]. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η ανιδιοτέλεια του μεγάλου στρατηγού αποδείχθηκε από την συμπεριφορά του απέναντι στους Αλβανούς της Τριπολιτσάς. Λίγες ημέρες πριν από την απελευθέρωση της πόλης, οι Αλβανοί του είχαν στείλει δεκατρία κιβώτια με τα χρήματα που είχαν λάβει από τον Κεχαγιάμεπη για τους μισθούς τους ανερχόμενα σε ένα εκατομμύριο γρόσια, χωριστά τα κοσμήματα και τα υπόλοιπα πολύτιμα αντικείμενα προερχόμενα εκ των λαφύρων. Ο Κολοκοτρώνης που είχε στην κατοχή του αυτά τα κιβώτια δίχως αποδείξεις θα μπορούσε να τα χαρακτηρίσει ως λείαν πολέμου και να μην τα επιστρέψει ή θα μπορούσε επίσης και τους Αλβανούς να εξαφανίσει βάζοντας άλλους Έλληνες να τους κτυπήσουν φεύγοντας. Τίποτα από τα ανωτέρω δεν έκανε ο γενναίος στρατηγός απλά τους επέστρεψε και τα δεκατρία κιβώτια πριν αναχωρήσουν από την πόλη[4]. Ο Κολοκοτρώνης εκτός από τις γαίες που του εδόθησαν αργότερα, όπως σε όλους σχεδόν τους αγωνιστές, ποτέ δεν έκανε περιουσία και πέθανε φτωχός.
Τον Κολοκοτρώνη και τον γιό του Γενναίο κατηγορεί και ο στρατηγός Μακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του, όμως οι κατηγορίες είναι αβάσιμες και χαρακτηρίζονται από εμπάθεια προς τους Κολοκοτρωναίους. Άλλωστε ο Μακρυγιάννης αποτελεί ένα ψυχικό συλλαβόγριφο καθώς καταφέρεται εναντίων όλων!
Επίσης πρέπει να αναφέρουμε προς επίρρωση των ανωτέρω τα όσα γράφει ο γραμματεάς του Θεόδωρος Ρηγόπουλος στα απομνημονεύματά του:« Εγώ ήμην γραμματεύς αυτού…ήμιν σε θέση να γνωρίζω πάσα την περιουσία αυτών (Κολοκοτρωναίων), ήτις συνίστατο εις αργυρά τινά σκεύη, άτιν είχον φέρει από την Ζάκυνθον και τινά είχον αποκτήσει από λάφυρα της Τριπόλεως, από αδαμάντινα τινα δακτύλια και άλλα τοιάυτα…είχε δε πάρει και τινα λάφυρα εκ Ναυπλίου και εως 15000 γρόσσια μετρητά εκ Κορίνθου, αλλά όσο χρηματικόν ποσόν έιχον το εδαπάνησε ο Πάνος δια της χειρός μου εις την φρουρά του Ναυπλίου το 1824 όταν ήταν εκεί φρούραρχος[5]». Ο Ρηγόπουλος επίσης αναφέρει για τον Κολοκοτρώνη:«Απεστρέφετο τας αρπαγάς και τας καταχρήσεις, τας οποίας αυστηρώς ετιμώρει πραττόμενας, δια τούτο ήτο και πτωχός.[6]»
Ένα άλλο χαρακτηριστικό γεγονός της ανιδιοτέλειας του Κολοκοτρώνη αναφέρεται στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου το 1826, κατήγορος του Κολοκοτρώνη ήταν ο περίφημος Αυστριακός Πρόκες Όστεν. Ο Πρόκες στην ιστορία του μεταξύ των άλλων κατηγορεί τον στρατηγό ότι στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου το 1826 αρνήθηκε να καταβάλει εισφορά για το Μεσολόγγι όταν ο Γκούρας (πρωτοπαλίκαρο του Ανδρούτσου και δολοφόνος του), κατέβαλλε το ποσό των 100000 γροσιών. Όμως όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο γραμματέας του «Ο Κολοκοτρώνης τι είχε να συνεισφέρει; Αυτός ήταν αφιλοκερδής και πτωχός. Προ 9 μηνών είχε βγεί από την φυλακή όπου τον είχαν κλείσει οι πάτρωνες του Γκούρα, Κωλέττης και Μαυροκορδάτος και εκ του δανείου δεν είχε λάβει ούτε λεπτόν[7]». Και αλλού αναφέρει « Αυτός ήταν αφιλοκερδής ως πάντες οι Ελληνες γνωρίζουσι και απέθανε ενδεής, όπερ ουδείς δύναται να αρνηθή, διότι αποθανών δεν αφήκεν ουδεμίαν περιουσίαν, ειμή τα όπλα του[8]». Στην Δ΄ Εθνοσυνέλευση το 1829 όταν είδε να παρουσιάζονται στον Κυβερνήτη κατάλογοι με εκατοντάδες χιλιάδες γρόσια, σηκώθηκε και είπε:« Που τα ηύραν αυτοί τόσα χρήματα και τα εδαπάνησαν εις τον Αγώνα προς πληρωμήν μισθών και προμηθειών; Εγώ είχα και διεύθυνα τους μεγαλυτέρους στρατούς αλλά δεν εξώδευα δια τους στρατιώτας ουδέ λεπτόν, διότι δεν είχα και εβγήκα από την Ζάκυνθον με 100φλωριά, οι δε στρατιώται ετρέφοντο πότε από τα σπίτια τους και πότε από τας δημοσίας προσόδους, τα δε πολεμοφόδια μας τα έδιδεν ο ένας και ο άλλος και κάποτε η Κυβέρνησις, και μισθούς δεν επλήρωσα ποτέ και ούτε γυρέυω να πληρωθώ, διότι δεν έχω καμίαν απαίτησιν από το Έθνος.[9]»
Ο Ρεμπώ έγραψε επίσης και για την Μπουμπουλίνα ότι τρείς ημέρες πριν από την άλωση της πόλης επισκέφθηκε την σύζυγο του Χουρσίτ η οποία την φόρτωσε με δώρα και διαμαντικά τα οποία η καπετάνισσα οικοιοποιήθηκε. Προσθέτει όμως ο Ρεμπώ ότι αυτά είναι φήμες και δεν έχει αποδείξεις πέρι τούτων. Εάν πράγματι ίσχυε κάτι τέτοιο θα αναφέρετε στην αλληλογραφία και στις διαπραγματεύσεις που έγιναν για την παράδοση των χαρεμιών, όμως τίποτα σχετικό δεν αναγράφεται. Επίσης θα το ανέφεραν οι ίδιες οι χανούμισες κατά την απελευθέρωσή τους στα έγγραφα των αιχμαλώτων[10]. Την ίδια ψευδοκατηγορία για την Μπουμπουλίνα επαναλαμβάνει και ο Μαυρίκιος Περσά. Ο Περσά όμως ψέυδεται ασυστόλως διότι κατά την απελευθέρωση της πόλης δεν βρισκόταν καν στην Τριπολιτσά. Είχε φύγει μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη και επέστρεψε δέκα ημέρες μετά τα γεγονότα.
Από τα συκοφαντικά βέλη των ξένων δεν γλύτωσαν ούτε ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, ούτε ο Γιατράκος, ούτε άλλοι οπλαρχηγοί. Τα λιβελλογράφηματα και οι ψευδοκατηγορίες του Περσά όπως και του Ρεμπώ αλλά και άλλων ξένων, δεν έχουν καμία δόση αλήθειας και οφείλονται κυρίως στην αντιπάθεια που έτρεφαν κατά των Ελλήνων οπλαρχηγών οι οποίοι δε τους έδωσαν την ευκαιρία που αποζητούσαν να αποκτήσουν δηλαδή χρήματα και εξουσία[11].
Προς επίλογο αναφέρουμε τον λόγο που εκφώνησε στην βουλή των Ελλήνων ο αγωνιστής και μετέπειτα βουλευτής Φθιώτιδος Μιλτιάδης Χουρμούζης το 1852. Με τον λόγο του αναφέρεται στην έσχατη πενία που υφίστανται οι χήρες και τα ορφανά των οπλαρχηγών και των προκρίτων του αγώνα:«λιμμώτουν σήμερον οι χήραι και τα ορφανά του Γιατράκου, του Νικηταρά, του Λογοθέτη, του Κρεββατά, του Σέκερη, του Λέβέντη, του Περούκα, του Βλάχου, του Θ. Δεληγιάννη, του Κεφάλα, του Μακρή, του Αναγνωσταρά, και άλλων αγωνιστών όταν εσείς κύριοι βουλευτές ανέχεστε να αμοίβεστε με τόσο υψηλά επιμίσθια…»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Κόκκινος Δ., «Αι κατά των αρχηγών συκοφαντίαι», στο Η Ελληνική Επανάστασις, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1956.
Ρηγόπουλος Θ.,«Επανάστασις του 1821», στο Απομνημονεύματα Από των αρχών της επαναστάσεως μέχρι του έτους 1881, εκδ. Λαβύρινθος, Αθήνα 2021.
[1] Δ. Κόκκινος., «Αι κατά των αρχηγών συκοφαντίαι», στο Η Ελληνική Επανάστασις, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1956, σελ.231.
[3] Δ. Κόκκινος., ό.π., σελ. 232.
[4] Δ. Κόκκινος., ό.π., σελ. 232.
[5] Θ. Ρηγόπουλος.,«Επανάστασις του 1821», στο Απομνημονεύματα Από των αρχών της επαναστάσεως μέχρι του έτους 1881, εκδ. Λαβύρινθος, Αθήνα 2021, σελ. 14.
[6] Θ. Ρηγόπουλος., ό.π., σελ. 13.
[7] Θ. Ρηγόπουλος., ό.π., σελ. 265.
[8] Θ. Ρηγόπουλος., ό.π., σελ. 266.
[9] Θ. Ρηγόπουλος., ό.π., σελ. 267.
[10] Δ. Κόκκινος., ό.π., σελ. 234.
[11] Δ. Κόκκινος., ό.π., σελ. 235.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου